Παναγιώτης Σ. Χανός: “Όταν γράφω, βιώνω ένα καθεστώς απόλυτης ελευθερίας….” (ΦΩΤΟ)

Συνεντέυξεις

“Ερωτευμένος Καίσαρ” δια χειρός Παναγιώτη, Σεραφείμ, Χανού, με την εκδήλωση παρουσίασής του να πραγματοποιείται, στα Γιαννιτσά, την Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου, στις 7 μ.μ., στον πεζόδρομο (στον αύλειο χώρο του Πολύκεντρου).

Σήμερα στο “edessaiki.gr” ο Παναγιώτης Σεραφείμ Χανός, σε μια εκ βαθέων συνέντευξη, μας μιλά για το συγγραφικό του πόνημα, την αγάπη του για το Βυζάντιο, αποκαλύπτοντας πως “…άρχισα να μελετάω – και συνεχίζω να το κάνω – οτιδήποτε είχε σχέση με το Βυζάντιο, παλαιότερες και νεότερες πηγές, να ψάχνω και να διαβάζω όσα βιβλία έβρισκα που είχαν σχέση ιδιαίτερα με την ύστερη περίοδο της αυτοκρατορίας, την περίοδο της παρακμής της.
Ετσι, λόγω καταγωγής, αλλά και εσωτερικής, πνευματικής παρόρμησης, αν το θέλετε, σήμερα, νιώθω περισσότερο Ρωμιός, βυζαντινός, παρά νεο-Έλληνας. Όταν εντέλει αποφάσισα να συγγράψω, το Βυζάντιο ήταν ήδη για μένα ένας κόσμος οικείος.”

Οι εξομολογήσεις έχουν συνέχεια, με τον συγγραφέα ν’ αποκαλύπτει ότι από μικρός “…  μου άρεσε να σκαρφίζομαι και να διηγούμαι ιστορίες, όπως και στους περισσότερους Έλληνες, εξάλλου.”

Μας παραθέτει και άλλα στοιχεία για τον εαυτό του, τα συναισθήματά του, όταν γράφει και αποτυπώνει τις σκέψεις του στο χαρτί. “Όταν γράφω, βιώνω ένα καθεστώς απόλυτης ελευθερίας μια βουτιά στο εσωτερικό μου βάθος, για να αναμοχλεύσω να ανακαλύψω τα δικά μου μυστικά”.

Η συνέντευξη

“Ε”: Θα θέλατε, αρχικά, να μας πείτε δυο λόγια για το βιβλίο σας “Ερωτευμένος Καίσαρ”, που έχει δις βραβευτεί, για να σας γνωρίσουν οι αναγνώστες μας; 
– Ο ερωτευμένος καίσαρ είναι ένα βιβλίο, ένα μυθιστόρημα που αγάπησα πολύ, το αγάπησα γιατί όλο το προηγούμενο διάστημα, όσο το έγραφα, αλλά και όσες φορές το διάβασα, στην ουσία το έζησα, κάθε λέξη του, κάθε σελίδα. “Ερωτευμένος καίσαρ” όμως είναι και το όνομα ενός καραβιού, ενός καλλίμορφου πολεμικού πλοίου, ενός μείζονος βυζαντινού δρόμωνα, που είχε πλήρωμα 370 ανδρών και τα αμπάρια του γεμάτα με το φονικό “Υγρόν Πυρ”. Ένα θαλάσσιο αρπακτικό, το καλύτερο καράβι του αποδεκατισμένου -λόγω της πτώχευσης και παρακμής- αυτοκρατορικού στόλου, που μια νύχτα του Φλεβάρη, πριν από 570 χρόνια, λύνει τα σχοινιά, ανοίγει τα πανιά του και ξεχύνεται στο φουρτουνιασμένο πέλαγος. Μια τέλεια πολεμική μηχανή, με ένα όνομα που θα ταίριαζε περισσότερο σε ψαρόβαρκα, παρά σε αρματωμένο βασιλικό πλοίο, που ταξιδεύει μέσα στην αντάρα και στο χιόνι, μεταφέροντας κάποιους σημαντικούς, αλλά μυστηριώδεις επιβάτες, προκειμένου να εκτελέσει μια παράτολμη και βαρυσήμαντη αποστολή. 
Η μυθιστορία κινείται σε δύο επίπεδα του χρόνου. Στο μακρινό παρελθόν στο 1453, πίσω από τα θαλάσσια τείχη της πολιορκημένης, από τους Οθωμανούς, βασιλεύουσας Πόλης, της Κωνσταντινούπολης, αλλά και στο εγγύς μέλλον δηλαδή στο 2023, δύο χρόνια από σήμερα, στη σύγχρονη Ελλάδα με φόντο το δράμα των προσφύγων στη Λέσβο και τον αόρατο πόλεμο των κατασκόπων στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Δύο καράβια, που θαλασσοδέρνονται στη χειμερινή τραμουντάνα του Αιγαίου, δύο ιστορίες που ακολουθούν καμπυλόγραμμες τροχιές, που τέμνονται στην κόψη της Αλήθειας και του Μύθου και που εντέλει συναντιούνται μοιραία με επίκεντρο τη Μόρια της Λέσβου, όταν έρχεται το… πλήρωμα του χρόνου! Εκεί κάπου ανάβει το φιτίλι που πυροδοτεί όλη την εξέλιξη της πλοκής και οδηγεί στην αποκάλυψη ενός επικίνδυνου μυστικού, ενός ανομολόγητου που αλλάζει την ελληνική ιστορία.  
Μια πλοκή που ξετυλίγεται όταν μια νεαρή αρχαιολόγος με ειδίκευση στην ενάλια αρχαιολογία φτάνει στο νησί όπου μαζί με έναν αυτοδύτη και με την αρωγή του προϊστάμενου της Εφορίας Εναλίων Αρχαιοτήτων αρχίζει το ψάξιμο. Η αδιάκριτη περιέργεια μιας επίμονης δημοσιογράφου που παρατηρεί και καταγράφει τις κινήσεις τους και στη συνέχεια το ρεπορτάζ της που το παρακολουθούν κι από τα γειτονικά παράλια της Τουρκίας… 
Το κολαστήριο του hot spot στη Μόρια της Λέσβου, ένας ορθόδοξος ιερέας από τη Λαττάκεια της Συρίας που ζητά επίμονα να δει τον πρωθυπουργό κι ένας διάσημος βυζαντινολόγος καθηγητής που δίνει διάλεξη στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα δεθούν στην ίδια ιστορία με τους Τούρκους πράκτορες που με άγρυπνο μάτι παρακολουθούν την υπόθεση, αλλά και με το Τάγμα των Ιπποτών του Δράκου και με τις υπόγειες στοές στο νησί της Λέσβου.  
Στο μεταξύ το ριψοκίνδυνο ταξίδι του ερωτευμένου καίσαρα και οι δραματικές περιπέτειες των επιβατών του συνεχίζονται στο παρελθόν αποκαλύπτοντας σε δεύτερο χρόνο στον αναγνώστη όλες εκείνες τις δραματικές λεπτομέρειες της αφήγησης που δεν γνωρίζουν ακόμη οι πρωταγωνιστές οι ήρωες της μυθιστορίας.  
Το παράδοξο είναι ότι στον “ερωτευμένο καίσαρα”, μετά την αποκάλυψη του συγκλονιστικού, επικίνδυνου μυστικού, η Ιστορία δεν περιγράφεται… απλώς τελειώνει, τουλάχιστον όπως την ξέρουμε. 
Όμως, στην πραγματικότητα η Ιστορία δεν τελειώνει, απλώς με τη σύμπνοια της συγκυρίας βάζει μια τελεία, κλείνει ένα κεφάλαιο και ξαναρχίζει απ’ την αρχή.  

“Ε”: Πόσο χρόνο, αλήθεια, σας πήρε να γράψετε το βιβλίο και τι σημαίνει για σας η συγγραφή; 
– Ξεκίνησα να γράφω τον “Ερωτευμένο καίσαρα” στα τέλη Ιουλίου του 2019 και τον τελείωσα στα μέσα Οκτώβρη του ίδιου έτους, δηλαδή περίπου μέσα σε τρεις μήνες. Δεν το έκανα για να… συντρίψω κάποιο ρεκόρ, αλλά γιατί έπρεπε να το κάνω. Ο λόγος ήταν ότι υπήρχε χρονική πίεση, έπρεπε να παραδοθεί μέχρι τις 31 Οκτωβρίου στην Κριτική Επιτροπή της Πανελλήνιας Πρόσκλησης συγγραφέων που διοργανώθηκε από την Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και την οργάνωση Πολιτισμού “Culture4all” με θέμα “Μόρια (της Λέσβου) 2.500 χρόνια ιστορίας”.  
Έτσι έβαλα στοίχημα με τον εαυτό μου να το κάνω. Η αλήθεια είναι ότι δε μου αρέσουν αυτά τα «ρίσκα», γιατί ήξερα ότι προϋποθέτουν αμέτρητα ξενύχτια και τεράστιο πνευματικό κόπο. Ήξερα όμως και κάτι άλλο: ότι ποτέ δεν έχω χάσει στοίχημα με τον εαυτό μου (ποτέ κανείς δεν χάνει, αν υπολογίσει σωστά το χρόνο του, αν έχει μεράκι και πάθος γι’ αυτό που αγαπάει, αν διαθέτει προσήλωση και κυρίως συνέπεια σε αυτό που κάνει). Έτσι σήκωσα χωρίς δισταγμό το γάντι, στρώθηκα στο γράψιμο και κέρδισα το προσωπικό μου έπαθλο! Παραδόξως, όμως κέρδισα και τη διάκριση ανάμεσα σε περίπου 50 άλλες αξιόλογες συμμετοχές. 
Το μυθιστόρημα βραβεύτηκε πρόσφατα σε μια εκπληκτική εκδήλωση, παρουσία των τοπικών αρχών και εκατοντάδων βιβλιόφιλων που πραγματοποιήθηκε στο αρχαίο ρωμαϊκό υδραγωγείο της Μόριας της Λέσβου. Η αποδοχή του κόσμου στο ακριτικό νησί μου πρόσφερε τεράστια συγκίνηση και πολύ μεγάλη χαρά. 
Τα παραπάνω, ίσως, να δίνουν εν μέρει την απάντηση σχετικά με την προσωπική μου άποψη για τη συγγραφή. Στην πραγματικότητα από μικρός μου άρεσε να σκαρφίζομαι και να διηγούμαι ιστορίες, όπως και στους περισσότερους Έλληνες, εξάλλου. Από την αρχαιότητα είμαστε ένας λαός “παραμυθάδων”. Το αποδέχθηκα κι έτσι αποφάσισα να μη ντρέπομαι που γράφω. Δεν έχω καταλήξει, αν το ελατήριο είναι η ανάγκη για επικοινωνία, αν πρόκειται για ένα είδος ψυχοθεραπείας ή αν είναι και τα δύο μαζί. Μάλλον είναι αναπόφευκτο. Ίσως να πάσχω από ένα είδος νευρικής αϋπνίας. Κυρίως τη νύχτα, όταν τα σώματα των άλλων ανθρώπων παραδίδονται στη νάρκη και οδηγούνται αμαχητί στη φυλακή του Μορφέα, ως ανυπόταχτος γραφιάς κυριεύομαι από μια παρεκκλίνουσα μορφή υπνοβασίας. 
Όταν γράφω, βιώνω ένα καθεστώς απόλυτης ελευθερίας μια βουτιά στο εσωτερικό μου βάθος, για να αναμοχλεύσω να ανακαλύψω τα δικά μου μυστικά.  

“Ε”: Το βιογραφικό σας, μας πληροφορεί πως οι γονείς σας ήταν πρόσφυγες από την Καλλίπολη και τη Μάδυτο του Ελλησπόντου. Το γεγονός αυτό άσκησε επιρροές στο πεζογραφικό σας έργο; 
– Ασφαλώς με επηρέασε, αν και όχι με τη στενή, αλλά με την πιο φαρδιά, την πλατύτερη έννοια. 
Έχω ταξιδέψει στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ποτέ δεν επισκέφθηκα τα πατρογονικά μου μέρη στον Ελλήσποντο, τις πόλεις που, επί αιώνες, μέχρι την καταστροφή του 1922, διατηρούσαν την ελληνική τους ταυτότητα. Αν και πάντοτε με γοήτευε το Βυζάντιο, θεωρούσα ότι ήμουν περισσότερο «πολίτης του κόσμου». Όταν κάποια στιγμή στο Πανεπιστήμιο χρειάστηκε να ασχοληθώ με το ιστορικό μυθιστόρημα, διαπίστωσα ότι η βυζαντινή λογοτεχνική θεματολογία ήταν πολύ φτωχή, περιορισμένη στη διεθνή βιβλιογραφία. 
Έτσι άρχισα να μελετάω – και συνεχίζω να το κάνω – οτιδήποτε είχε σχέση με το Βυζάντιο, παλαιότερες και νεότερες πηγές, να ψάχνω και να διαβάζω όσα βιβλία έβρισκα που είχαν σχέση ιδιαίτερα με την ύστερη περίοδο της αυτοκρατορίας, την περίοδο της παρακμής της. Τότε δεν ήξερα γιατί το έκανα, τώρα νομίζω ότι ξέρω. Μάλλον χρειάστηκε να ωριμάσω ως άνθρωπος και προφανώς κι ως συγγραφέας, χρειάστηκε να επιστρέψω στις ρίζες μου. Έτσι, λόγω καταγωγής, αλλά και εσωτερικής, πνευματικής παρόρμησης αν το θέλετε, σήμερα, νιώθω περισσότερο Ρωμιός, βυζαντινός, παρά νεο-Έλληνας. Όταν εντέλει αποφάσισα να συγγράψω, το Βυζάντιο ήταν ήδη για μένα ένας κόσμος οικείος. 

“Ε”: Και επειδή πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα, ποιές είναι οι γνώσεις που θα προσφέρει στον αναγνώστη, παράλληλα, με την ψυχαγωγία και την απόδραση από την δύσκολη καθημερινότητα; 
– Για να είμαι ειλικρινής, σκοπός μου δεν ήταν να γράψω ένα μυθιστόρημα για να γίνω… συγγραφέας, αλλά να δημιουργήσω μια μυθιστορία που να έχει σοβαρό περιεχόμενο, να περιγράφει τις απίστευτες, άγνωστες πτυχές της ιστορίας (που ποτέ δε μάθαμε στα σχολεία) να μεταφέρει στον αναγνώστη όλα όσα ανακάλυψα στη διάρκεια της ιστορικής και δημοσιογραφικής έρευνας που προηγήθηκε, να τον κάνει μύστη σε μία διαχρονική μυθιστορία, η οποία κινείται σε δύο επίπεδα του χρόνου (στην Ελλάδα του 2023 και στο Βυζάντιο του 1453). 
Ήθελα παράλληλα να τον παρασύρει στην πλοκή του, να είναι ευανάγνωστο, να κυλάει σαν γάργαρο νερό, να μην τον μπερδέψει και να μην τον κάνει να πλήξει, ήθελα να το ζήσει, όπως το έζησα εγώ, όταν το έγραψα. 
Έτσι επεδίωξα η πλοκή του να είναι συναρπαστική, να έχει ανατροπές, περιπέτεια και πολύ δράση, ώστε να μη μπορεί να προβλέψει ο αναγνώστης τι τον περιμένει στην επόμενη σελίδα, που θα διαβάσει. Για το λόγο αυτό προσπάθησα να μιμηθώ τη ζωή, την απρόβλεπτη, την αλλόκοτη και την αναπάντεχη, την ίδια την πραγματικότητα, η οποία ξεπερνάει πάντοτε την πιο ξέφρενη υπόθεση, την πιο τολμηρή φαντασία. 
Ως προς την πλοκή ο “ερωτευμένος καίσαρ”, εκτός από ιστορικό μυθιστόρημα, με πολεμικές συγκρούσεις, μάχες και έντονη δράση, εξυμνεί τον έρωτα και επιπλέον ανήκει στο είδος του μυστηρίου, έχει μια εξ αγχιστείας συγγένεια με τη γραφή του Νταν Μπράουν ή καλύτερα του Ουμπέρτο Έκο, με αστυνομική πλοκή που ξεδιπλώνεται σελίδα με σελίδα, μέχρι να ξεκλειδώσει η αποκάλυψη του συγκλονιστικού μυστικού στο τέλος του βιβλίου.  

“Ε”: “Ερωτευμένος Καίσαρ”, ο τίτλος του βιβλίου και δράττομαι της ευκαιρίας να σας ρωτήσω, αν νιώθετε πως ο έρωτας είναι κυρίαρχο συστατικό για ένα πετυχημένο μυθιστόρημα; 
– “Ερωτευμένος καίσαρ”, όπως σημειώνω παραπάνω είναι το όνομα ενός πανίσχυρου πολεμικού πλοίου, είναι όμως και ένας τίτλος που αποκαλύπτει τον καημό, το ντέρτι ενός αυτοκράτορα, του τελευταίου καίσαρα Κωνσταντίνου ΙΑ’ Δραγάση Παλαιολόγου. Ούτως ή άλλως, νομίζω ότι ο έρωτας είναι κυρίαρχο συστατικό της ζωής, άρα πως θα μπορούσε να μην είναι και η πύρινη καρδιά, η ουσία οποιουδήποτε μυθιστορήματος; Δεν έχω στο μυαλό μου κάποιο είδος ερωτικής σαπουνόπερας, αλλά κάτι πολύ πιο βαθύ, κάτι πιο ουσιαστικό από την αγριότητα του σκληρού πορνό, της αχαλίνωτης διαστροφής ή της εφήμερης ερωτικής περιπέτειας. Αναφέρομαι στον έρωτα, όχι ως προϊόν του βασικού ενστίκτου ή του ψευδο-ρομαντισμού και όχι μόνο σαν πράξη, αλλά κυρίως ως ιδέα. Στον έρωτα τον Αθάνατο, ως κοσμοθεωρία της ένωσης των ψυχών και των σωμάτων που μπορούν με τον μαγικό, λάγνο και ιδιόρρυθμο χορό τους, με τη δύναμη της έλξης, της σαρκικής, αλλά και της πνευματικής ηδονής να πετύχουν τα πάντα. Να αλλάξουν τη μοίρα, να ανατρέψουν τον κόσμο, να νικήσουν με τον καρπό τους ακόμη και τον ίδιο το θάνατο.  

“Ε”: Εσάς, τι σας αρέσει να διαβάζετε, περισσότερο, από συναδέλφους σας συγγραφείς; Ιστορικά μυθιστορήματα, αστυνομικά, μυθιστορήματα με κοινωνικό περιεχόμενο ή κάτι άλλο; 
– Έχω μια διαστροφή με το διάβασμα και μάλλον δεν είμαι από τους συνηθισμένους καλόβολους αναγνώστες. Επειδή θέλω να ζω την κάθε στιγμή, αλλά δεν πιστεύω καθόλου στο παρόν – το “τώρα” στην ουσία δεν υπάρχει, εφόσον διαρκώς ο χρόνος κυλάει- δεν με συγκινούν τα σύγχρονα, κοινωνικά μυθιστορήματα, ακόμη κι όταν είναι λογοτεχνικά αριστουργήματα. Αποφεύγω να διαβάσω επίσης εκείνα που στοχεύουν ευθέως μόνο στο συναίσθημα και συχνά είναι κενά περιεχομένου, είτε όσα είναι δυσνόητα, ομφαλοσκοπικά και ηθικοπλαστικά, διότι θεωρώ ότι δεν έχουν να μου προσφέρουν το ελάχιστο της γνώσης, που θα απομείνει στο μυαλό μου μετά την ανάγνωση. Λατρεύω το ποιοτικό βιβλίο που δε δυσκολεύει τον αναγνώστη, κάνει την ανάγνωση απόλαυση, δεν είναι φλύαρο, ούτε λακωνικό και έχει τη σωστή δόση από όλα, που συνδυάζει την ιστορία με τη μυθιστορία, τη δράση με την περιπέτεια, που διαθέτει suspense, συγκινεί βαθιά, αλλά δεν εκβιάζει το συναίσθημα. 
Έτσι εφόσον ως αναγνώστης αποστρέφομαι το παρόν, εστιάζω λογοτεχνικά στις άλλες δύο εκδοχές του χρόνου: στο παρελθόν και στο μέλλον. Επιλέγω ως πιο χρήσιμες τις κατηγορίες των ιστορικών μυθιστορημάτων, της λογοτεχνίας του Φανταστικού και της Επιστημονικής Φαντασίας.  

“Ε”: Θα θέλατε, ολοκληρώνοντας τη συζήτησή μας, να αφήσετε κάποιο μήνυμα στους αναγνώστες μας;  
– Να ευχαριστήσω θερμά κυρία Βαγουρδή, την “Εδεσσαϊκή” και εσάς προσωπικά για την ευκαιρία που μου δώσατε να επικοινωνήσω με τους συμπολίτες και συμπατριώτες μου, να ευχηθώ σε όλους σας Καλή Υγεία, να έχετε πίστη και να είστε αισιόδοξοι, διότι, αν υπάρχει κάτι μαγικό, μοιραίο και ιερό στη Ζωή αυτό είναι αναμφίβολα η αλλόκοτη φύση της, που ανατρέπει όλα τα σενάρια, που συντελεί συχνά στο να κερδίζονται μάχες που σύμφωνα με τη λογική δε θα έπρεπε να κερδηθούν.  

Με μεγάλη χαρά και τιμή, ΣΑΣ ΠΡΟΣΚΑΛΩ ΟΛΟΥΣ, στην παρουσίαση του “Ερωτευμένου Καίσαρα” στα Γιαννιτσά, για όσους θελήσουν να υπογράψω βιβλία μου, αλλά και για όλους όσοι είναι απλώς εραστές της επικοινωνίας, του δημιουργικού διαλόγου και του καλού βιβλίου. 
Σας περιμένω αυτή την Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου, στις 7 μ.μ. (Πεζόδρομος Γιαννιτσών/στον αύλειο χώρο του Πολύκεντρου) να συζητήσουμε για τη λογοτεχνία, για τα σημαντικά πράγματα που δίνουν αξία στη ζωή μας, για τον έρωτα, για τον πόλεμο, για τα ανεξιχνίαστα μυστήρια, για την κοινωνική αλληλεγγύη και για την αγάπη προς τον συνάνθρωπο, σε μια ξεχωριστή εκδήλωση που γίνεται για ΚΑΛΟ ΣΚΟΠΟ, προκειμένου να ενισχυθεί ο Σύλλογος Φίλων του Νοσοκομείου Γιαννιτσών…

* Μαρία Στεφ. Βαγουρδή
δημοσιογράφος – εκδότρια
εφημερίδα “εδεσσαϊκή” Ν. Πέλλας
email: mariavagourdi@yahoo.com